Το σχολείο ως μαθησιακή κοινότητα

Living Democracy » Principals » Μάθηση » Ενημέρωση » Το σχολείο ως μαθησιακή κοινότητα

Στην εκπαίδευση συζητήσεις και νέες εξελίξεις λαμβάνουν χώρα συνεχώς. Ενώ είναι αδύνατο κάθε διευθυντής να γνωρίζει τα πάντα, κάποιοι εκπαιδευτικοί στο σχολείο σας μπορεί να έχουν σχετικές πληροφορίες για να μοιραστούν. Είναι αυτά τα θέματα εκπαίδευσης σημαντικά για το σχολείο μας; Πώς μπορούμε να το μάθουμε; Θα μπορούσαμε να αξιοποιήσουμε καλύτερα το χρόνο πριν και μετά τα μαθήματα;

Ένα βιώσιμο σύστημα

Σε κάθε σχολική κοινότητα, οι εκπαιδευτικοί μεγαλώνουν περισσότερο από τους υπόλοιπους. Οι μαθητές έχουν πάντα την ίδια ηλικία και οι περισσότεροι γονείς ανήκουν στην ίδια ηλικιακή ομάδα, με ελάχιστες εξαιρέσεις. Έτσι, οι εκπαιδευτικοί σε ένα σχολείο χρειάζονται ανανέωση και αναζωογόνηση για να αντισταθμιστεί αυτή η τάση, ώστε να μην διευρυνθεί το ηλικιακό χάσμα που δημιουργείται με τα χρόνια. Το σχολείο είναι ένας χώρος καινοτομίας, ωστόσο πολλοί εκπαιδευτικοί βιώνουν απογοήτευση από τις συνεχόμενες αλλαγές του συστήματος. Αυτό που χρειάζεται είναι ένα βιώσιμο σύστημα που εκτός από το να ολοκληρώνει τη δουλειά να κάνει την κάθε μέρα ευχάριστη, να προσφέρει ικανοποίηση και χαρά και να διασφαλίζει τη ψυχαγωγία. Η δημοκρατία είναι ένα τόσο σοβαρό θέμα που δεν μπορεί να επιβιώσει χωρίς ένα τέτοιο βιώσιμο σύστημα.

Οι εκπαιδευτικοί πρέπει να είναι σε θέση να αντιλαμβάνονται το σχολείο ως μία μαθησιακή κοινότητα και μία κοινότητα όπου η μάθηση ασκείται. Η μαθησιακή κοινότητα γνωρίζει ότι η συνεργασία δεν βελτιώνει μόνο τις ακαδημαϊκές επιδόσεις, αλλά επίσης βοηθάει τα μέλη της να αναπτύξουν αυτογνωσία και αυτοεκτίμηση. Πρόκειται για τη δημιουργία μίας δυναμικής, ικανής συμμετοχής μέσω της εξάσκησης.

Δύο βασικά στοιχεία

Όσον αφορά τη διδασκαλία, η μαθησιακή κοινότητα εξαρτάται από δύο βασικά στοιχεία: τη σύνδεση της διδασκαλίας με τη μάθηση και τη δημιουργία μίας συνεργατικής κουλτούρας για τον σκοπό αυτό.

Σύνδεση της διδασκαλίας με τη μάθηση

Ας πάρουμε ένα συνηθισμένο παράδειγμα: Ένας εκπαιδευτικός διδάσκει ένα μάθημα όσο καλύτερα μπορεί. Μερικοί από τους μαθητές κατέκτησαν τη νέα γνώση, κάποιοι έχουν ερωτήσεις και άλλοι χρειάζονται περισσότερη βοήθεια και προσοχή. Εδώ προκύπτουν δύο διαφορετικές ανάγκες: ο εκπαιδευτικός πρέπει να ακολουθήσει τις απαιτήσεις του προγράμματος σπουδών και να προχωρήσει στο επόμενο θέμα, ενώ ορισμένοι από τους μαθητές χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να κατανοήσουν το θέμα που μόλις διδάχθηκε. Δεν υπάρχει αρκετός χρόνος και για τα δύο. Μία μαθησιακή κοινότητα δημιουργεί ένα ευρύ φάσμα δυνατοτήτων για να ξεπεράσει ένα τέτοιο δίλημμα, καθώς όλοι οι εκπαιδευτικοί ενδιαφέρονται για τις ατομικές ανάγκες κάθε μαθητή ξεχωριστά.

Καθώς υπάρχει το δικαίωμα στην εκπαίδευση, το σχολείο οφείλει να προσφέρει ίσες μαθησιακές ευκαιρίες και ο σχεδιασμός της διδασκαλίας πρέπει να βοηθάει όλους τους μαθητές να επιτύχουν τους μαθησιακούς τους στόχους. Επομένως, δεν αρκεί να διδαχθούν οι μαθητές, αλλά πρέπει να διασφαλιστεί ότι μαθαίνουν. Ανεξάρτητα από το πόσο απλό ακούγεται, είναι μία δύσκολη αλλαγή από τις παραδοσιακές συνήθειες της διδασκαλίας. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να διερευνηθούν πρακτικές που εξασφαλίζουν ίσες ευκαιρίες μάθησης, ανεξάρτητα από το πόσο διαφορετικός μπορεί να είναι ο εκπαιδευτικός ή τα χαρακτηριστικά των μαθητών. Τα αποτελέσματα αυτής της διερεύνησης πρέπει να μελετηθούν για να βρεθούν οι κατάλληλοι δείκτες για την περιγραφή των απαραίτητων βημάτων και της αξιολόγησής τους.

Δημιουργία μίας συνεργατικής κουλτούρας

Προκειμένου να λειτουργήσουν οι εκπαιδευτικοί ως μαθησιακή κοινότητα, πρέπει να συνδεθούν μεταξύ τους με μία συνεργατική κουλτούρα. Αν κοινός στόχος είναι η επιτυχία κάθε μαθητή, τότε κάθε εκπαιδευτικός μπορεί να συμβάλλει σε αυτό από μία διαφορετική οπτική, που προσφέρεται είτε από το διαφορετικό μάθημα το οποίο διδάσκει, είτε από τις ποικίλες μεθόδους και στρατηγικές διδασκαλίας που χρησιμοποιεί. Επομένως, η συνεργασία των εκπαιδευτικών δεν μπορεί να περιορίζεται στα παραδοσιακά θέματα σχετικά με το σχολικό πρόγραμμα, τις δραστηριότητες ή την πειθαρχία, αλλά πρέπει να επικεντρωθεί στην φροντίδα των αναγκών κάθε μαθητή. Αυτό απαιτεί συνεργασία, συζήτηση και ανάλυση των διδακτικών πρακτικών και συλλογικές αποφάσεις για την βελτίωση σε επαγγελματικά, επιστημονικά, παιδαγωγικά ή διδακτικά θέματα. Αυτό το είδος συνεργασίας απαιτεί και ενθαρρύνει την ανάπτυξη των δεξιοτήτων συνεργασίας που χρειάζονται και οι πολίτες για δημοκρατική συμμετοχή, π.χ. «προσδιορισμός και καθορισμός των στόχων της ομάδας» και «κοινοποίηση των σχετικών και χρήσιμων γνώσεων, εμπειρίας ή γνώσης στην ομάδα και παρακίνηση των άλλων μελών της ομάδας να κάνουν το ίδιο». Βλέπε Ικανότητες Για Δημοκρατική Κουλτούρα, σελ.49.